Την Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου, στο «Σπίτι της Κύπρου», στην Αθήνα, έγινε η απονομή των Βραβείων του 11ου Παγκόσμιου Λογοτεχνικού και Καλλιτεχνικού Διαγωνισμού Ποίησης για τα 200 χρόνια από την Έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821,
που διοργάνωσε ο Ελληνικός Πολιτιστικός Όμιλος Κυπρίων Ελλάδας. Το ποίημά του Αργείου λογοτέχνη Γιώργου Ν. Μουσταΐρα, με τίτλο «Τ’ Αγιονοριού», με την περιγραφή της μάχης στο Αγιονόρι, όπου πρωτοστάτησε ο Νικηταράς, επικεφαλής Αργείων και Δαλαμαναριωτών πολεμιστών, τιμήθηκε με Β’ Βραβείο και Έπαινο.
Τ’ Αγιονοριού
Βαριά χτυπούν τα πέταλα και τ’ άλογα φρουμάζουν
καθώς περνούν τη ρεματιά, ‘πο πάνω απ’ το Μπερμπάτι,
από το Τουρκογέφυρο, που στήσαν μάνι – μάνι,
για να διαβούν οι μπέηδες, να πιάσουν τ’ Αγιονόρι.
Δεν βρίσκουν άλλο πέρασμα να πάνε για την Κόρθο,
αφού τους μακελέψανε στο έρμο Δερβενάκι,
όπου ‘χαν στήσει τη χωσιά οι Κολοκοτρωναίοι
και τους εβάνανε φωτιά, που σείστηκεν ο τόπος.
Είναι αμέτρητη η Τουρκιά, Κόνιαροι κι Αρβανίτες,
κι έχουνε όπλα διαλεχτά, τουφέκια και κουμπούρια,
κι όπως ανηφορίζουνε ο κουρνιαχτός σκεπάζει
τις ράχες και τις ρεματιές, που ο ήλιος ζεματάει.
Καθώς κοντοζυγώνουνε Στεφάνι κι Αγιονόρι
ο Τζίριος τους αγνάντεψε από το καραούλι.
Γυρνά και βάνει μια φωνή και κράζει στο Νικήτα:
Οι Τούρκοι ερχόνται απάνω μας, να ‘τοιμαστεί τ’ ασκέρι!
Παίρνει τ’ ορδί ο Νικηταράς, στα δυο το χωρίζει.
Πιάνει αυτός το Μεγαμνό, κάτω απ’ το Στεφάνι,
και στέλνει τους υπόλοιπους, με το Νικήτα Φλέσσα,
το Αγιονόρι να φυλάν, μαζί με την Κλεισούρα.
Καθώς εκοντοστάθηκαν οι Τούρκοι στα πηγάδια,
μήπως και βρουν λίγο νερό, τη δίψα τους να σβήσουν,
φωτιά τους βάνει από ψηλά, κορμιά στο χώμα στρώνει
κι ύστερα σέρνει το σπαθί κι απάνω τους ορμάει.
Αυτός θεριό ανήμερο, μ’ άλλα θεριά αντάμα,
δεν λογαριάζει θάνατο και θάνατο σκορπάει.
Στρώνει τους Τούρκους στο φευγιό τους πάει για τ’ Αγιονόρι,
όπου τους περιμένουνε ο Κριεζής κι ο Φλέσσας.
Το πέρασμα στο διάσελο εγέμισε κουφάρια.
σπαχήδων, ντερεμπέηδων, περήφανων ντελήδων.
Κι όσοι γλιτώσαν το κακό, στον κάμπο σκαπετήσαν,
φτερά στα πόδια βάζοντας μην τους προκάμει ο Χάρος.