Τα παιδιά της Μεσογείου είναι τα πιο παχύσαρκα της Ευρώπης, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας .
Οι χώρες της Μεσογείου που έδωσαν το όνομά τους στη διάσημη διατροφή που υποτίθεται ότι είναι η πιο υγιεινή στον κόσμο, έχουν τα παιδιά με το μεγαλύτερο πρόβλημα βάρους στην Ευρώπη.
Για τα παιδιά στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Ιταλία, η μεσογειακή διατροφή είναι παρελθόν, σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, η οποία αναφέρει ότι πλέον τα παιδιά στη Σουηδία είναι πιο πιθανό να καταναλώνουν ψάρια, ελαιόλαδο και ντομάτες από ό, τι στη Νότια Ευρώπη. Στην Κύπρο, το 43% των παιδιών ηλικίας 9 ετών είναι είτε υπέρβαρα είτε παχύσαρκα. Η Ελλάδα, η Ισπανία και η Ιταλία τα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας είναι επίσης άνω του 40%.
Τα γλυκά, το πρόχειρο φαγητό και τα ζαχαρούχα ποτά έχουν εξοστρακίσει την παραδοσιακή διατροφή. Οι χώρες με τα χαμηλότερα επίπεδα παιδικής παχυσαρκίας είναι το Τατζικιστάν, το Τουρκμενιστάν και το Καζακστάν – αλλά όλα αυτά τα κράτη ήδη κινούνται προς μια δυτική διατροφή η οποία μπορεί να αλλάξει την εικόνα. Η Γαλλία, η Νορβηγία, η Ιρλανδία, η Λεττονία και η Δανία έχουν επίσης χαμηλά ποσοστά, που κυμαίνονται από 5% έως 9%.
Η έλλειψη παιδείας σχετικά με τη σωστή διατροφή είναι ένας σημαντικός παράγοντας της παιδικής παχυσαρκίας και η οικονομική Κρίση επίσης δεν ευνοεί. Μια βόλτα στο κοντινότερο φαστφουντάδικο «συνοψίζει» το πρόβλημα: 1-2 ευρώ το χάμπουργκερ και 4-5 ευρώ η σαλάτα, ενώ οι Ελληνικές οικογένειες ψαλιδίζουν διαρκώς τον προϋπολογισμό της διατροφής. Τα στοιχεία προέρχονται από την πρωτοβουλία παιδικής εποπτείας παχυσαρκίας της Ευρώπης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, που λειτουργεί από το 2008 και σήμερα περιλαμβάνει περισσότερες από 40 χώρες που υποβάλλουν στοιχεία για το βάρος και το ύψος των παιδιών τους.
Τα τελευταία στοιχεία συλλέχθηκαν μεταξύ του 2015 και του 2017. Σύμφωνα με έκθεση του Παγκόσμιου Ταμείου Έρευνας για τον Καρκίνο (WCRF), οι υπέρβαροι και παχύσαρκοι του σήμερα κινδυνεύουν με τουλάχιστον 12 διαφορετικούς καρκίνους -πέντε περισσότερους από ό,τι πριν μια δεκαετία -και η διατροφή παίζει σε αυτό καθοριστικό ρόλο.