Η υπόθεση του ιερέα της Ι.Μ. Ηλείας που «θεράπευε» με το γουδοχέρι, ξεκίνησε πριν από περίπου τέσσερα χρόνια.
Ο 62χρονος ιερέας ήταν εφημέριος στην Κάτω Παναγιά και σύμφωνα με μαρτυρίες χτυπούσε με σιδερένιο γουδοχέρι τους ασθενείς στα σημεία που πονούσαν ή εκεί που υποτίθεται ότι ήταν τα σημεία της παθήσεως. Με την πρακτική αυτή ισχυριζόταν ότι θεραπεύει. Μέχρι που την μέθοδο «θεραπείας» του πληροφορήθηκε ο μητροπολίτης Ηλείας κ. Γερμανός.
Με καταγωγή από τη Γαστούνη, έγγαμος, ναυτικός το επάγγελμα, με παραϊατρικές γνώσεις, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον μακαριστό Επίσκοπο Κερνίτσης Λεόντιο και κάποια στιγμή βρέθηκε από την μητρόπολη Θυατείρων (Μ. Βρετανία) στην Ιερά Μητρόπολη Ηλείας. Σήμερα ο ιερέας που ανήκει ακόμη στην Ι.Μ. Ηλείας και έχει συγγενή άνθρωπο της εκκλησίας, έχει θεαθεί αρκετές φορές να κυκλοφορεί με πολιτική περιβολή.
Το κατηγορητήριο
Προ ημερών και σύμφωνα με δημοσίευμα του Πρώτου Θέματος , το Συνοδικό Δικαστήριο της Εκκλησίας της Ελλάδος συνεδρίασε προκειμένου να αποφανθεί για τον συγκεκριμένο κληρικό ο οποίος αντιμετώπιζε τις κατηγορίες: «1) της αντιποίησης ιατρικού επαγγέλματος επ’ αμοιβή, 2) πρόκληση σωματικής κακώσεως σε ανθρώπους προσερχομένους προς αυτόν επί τη υποσχέσει θεραπείας εξ ασθενείας, 3) μεγίστω σκανδαλισμώ των συνειδήσεων των πιστών και 4) αθετήσει εντολής δοθείσης υπό του Επισκόπου και παρακοή κατ’ εξακολούθησιν».
Σύμφωνα με το πειθαρχικό κατηγορητήριο, ο κληρικός «μετέρχεται απαραδέκτους ιατρικώς και πιθανόν κολασίμους ποινικώς μεθόδους θεραπείας εις τους προσερχομένους προς αυτόν ασθενείς και εκζητούντας θεραπείαν, καίτοι ούτε δίπλωμα ιατρού κατέχει, ούτε ιατρικάς γνώσεις διαθέτει, αντιποιούμενως ούτω την ιδιότητα του ιατρού, λαμβάνων μάλιστα αμοιβήν διά τας υπηρεσίας του αυτάς, προκαλών μάλιστα διά των προειρημένων του μεθόδων ισχυροτάτους σωματικούς πόνους εις τους ασθενείς».
Το κατηγορητήριο προσθέτει ότι εξαπατούσε τους ασθενείς και υποσχόμενος ότι θα βρουν «πλήρη ίασιν και θεραπείαν» παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτει ούτε δίπλωμα ιατρικής ούτε ιατρικές γνώσεις αντιποιούμενος με τον τρόπο αυτό την ιδιότητα του γιατρού.
«Πόνος και μούδιασμα»
Οπως περιγράφεται, ο ιερέας χτυπούσε με σιδερένιο γουδοχέρι τους ασθενείς στα σημεία που πονούσαν ή εκεί που υποτίθεται ότι ήταν τα σημεία της παθήσεως.
Οπως κατέθεσαν ασθενείς, όταν δέχονταν τα χτυπήματα με το σιδερένιο γουδοχέρι αισθάνονταν «ισχυρότατον πόνον και μούδιασμα». Μάλιστα, δύο ασθενείς-μάρτυρες κατέθεσαν ότι με τα γιατροσόφια που χρησιμοποιούσε ο ιερέας για τη «θεραπεία» της μητέρας τους «ουδόλως ιάθησαν, αλλ’ αντιθέτως η κατάστασις της υγείας της μητρός τους επεδεινώθη έτι πλέον».
Όταν οι ασθενείς ρωτούσαν τον ιερέα τι οφείλουν για την «ιατρική επίσκεψη», εκείνος απαντούσε: «Να αφήσετε ό,τι θέλετε».
Σύσταση από τον Μητροπολίτη
Ο μητροπολίτης Ηλείας κ. Γερμανός εγγράφως του είχε ζητήσει να σταματήσει τις «θεραπευτικές ενέργειες και πράξεις του» και να απασχοληθεί αποκλειστικά με το όμορφο ποιμενικό έργο της σωτηρίας των ανθρώπων. Παρ’ όλα αυτά εκείνος όχι μόνο δεν συμμορφώθηκε, αλλά συνέχισε τον ιδιότυπο θεραπευτικό του δρόμο, προκαλώντας έτσι με τις πράξεις του «τον μέγιστον σκανδαλισμόν εις τας συνειδήσεις των πιστών».
Τελικά, στον «γιατρό-ιερέα» επιβλήθηκε ομόφωνα η ποινή της αργίας των 13 μηνών από κάθε ιεροπραξία, χωρίς όμως στέρηση των αποδοχών του. Παράλληλα, μετατέθηκε σε άλλη εφημεριακή θέση. Κρίθηκε ένοχος «επί εξαπατήσει πιστών δια της αντιποιήσεως ιατρικού επαγγέλματος και ιατρικών πράξεων, επί αθετήσει εντολής δοθείσης υπό του Επισκόπου του και παρακοή κατ’ εξακολούθησιν και επί μεγίστω σκανδαλισμώ των συνειδήσεων των πιστών».
Αντίθετα, απαλλάχθηκε λόγω αμφιβολιών από την κατηγορία «της επ’ αμοιβή εξαπατήσεως πιστών και της προκλήσεως σωματικών κακώσεων», καθώς από καμία μαρτυρία δεν προκύπτουν σωματικές κακώσεις στους ασθενείς του, ούτε αποδείχθηκε ότι υπήρχε δόλος εκ μέρους του για πρόκληση κακώσεων.
Επίσης, το Συνοδικό Δικαστήριο είχε «ισχυρότατες αμφιβολίες» ως προς τη λήψη της αμοιβής των 50 ευρώ ανά επίσκεψη, αφού δεν απαιτούσε χρήματα, αλλά έλεγε να αφήσουν οι ασθενείς ό,τι θέλουν.
Έτσι, τον απήλλαξαν από τις κατηγορίες της πρόκλησης σωματικών κακώσεων και της χρηματικής αμοιβής.
Μετά την πειθαρχική ποινή μετατέθηκε σε άλλη ενορία, αλλά ουδέποτε πήγε, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να παυθεί οριστικά με απόφαση του μητροπολίτη Γερμανού «επειδή κατέλιπε την εφημεριακή του θέση υπέρ τον μήνα αδικαιολογήτως».
Δικαίωση του Γερμανού
Τελικά, ο ιερέας κατέφυγε στο ΣτΕ και στράφηκε τόσο κατά της πειθαρχικής απόφασης όσο και κατά της απόφασης του μητροπολίτη με την οποία παύθηκε.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας εξέδωσαν δύο αποφάσεις. Με τη μία δικαίωσαν τον ιερέα -αν και είναι αργά πλέον- και με τη δεύτερη δικαίωσαν τον μητροπολίτη.
Με την πρώτη απόφαση κρίθηκε μη νόμιμη η αιτιολογία της απόφασης του Συνοδικού Δικαστηρίου με την οποία του επιβλήθηκαν η ποινή της αργίας και της μετάθεσης, ενώ με τη δεύτερη κρίθηκε ότι αδικαιολόγητα δεν πήγε στη νέα ενορία (στο Βουπράσιο) και κατόπιν αυτού είναι νόμιμη η απόφαση του μητροπολίτη με την οποία παύθηκε.