Με το μπρίκι του καπεταν Φαράση αρμένιζα μισοκάναλα εκείνη τη νύχτα.
Γράφει ο Γιώργος Κόνδης.
Σπάνια νύχτα! πρώτη και τελευταία θαρρώ στη ζωή μου. (…) Ο ήλιος ήταν ώρα βασιλεμένος. Τα χρυσοπόρφυρα συγνεφάκια, που συντρόφευαν το βασίλεμά του, σκάλωσαν κάπου μαύρα σαν μεγάλες καπνιές. Ο Αποσπερίτης έλαμψε κρυσταλλόχιονο μέσα στα σκούρα. Φάνηκαν ψηλά οι αστερισμοί ένας κι ένας. Τα νερά κάτω πήραν εκείνο το λευκοσκότεινο χρώμα, το κρύο και λαχταριστό του ατσαλιού. Το ναυτόπουλο άναψε τα φανάρια· ο καπετάνιος κατέβηκε να κοιμηθεί· ο Μπούλμπερης έκατσε στο τιμόνι. Ο Μπραχάμης, ο σκύλος μας, κουλουριάστηκε στη ρίζα του αργάτη να ησυχάσει και κείνος.
(Ανδρέα Καρκαβίτσα, Γοργόνα, από τα Λόγια της Πλώρης)
Μπροστά στο ακρόπρωρο ανεβαίνοντας τα σκαλιά του Π.Λ.Ι. όλες οι ιστορίες για τις θάλασσες και τους ναυτικούς που διάβασες ή έζησες σου έρχονται στο μυαλό, γεμίζουν τα μάτια σου. Η πανώρια να σκίζει τα νερά αγέρωχη και να σε φέρνει από νησί σε νησί του επαναστατημένου Αρχιπελάγους, συνδέοντας με τη φαντασία σου τη ζωή σου με τη ζωή και τη δράση όλων αυτών που σημάδεψαν τα 200 χρόνια του Ελληνικού Ξεσηκωμού και τον ίδιο τον Ξεσηκωμό.
Μετά την Εθνική Πινακοθήκη, ένα άλλος ιστορικός χώρος εκθεμάτων και διήγησης, το Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα, με ανανεωμένη έξω και μέσα την εικόνα του, σας περιμένει στο Ναύπλιο για μια εξαιρετική περιήγηση στα 200 χρόνια Ελληνικού κοινωνικού και πολιτικού βίου.
(Με το ίδιο εισητήριο μπορείτε να δείτε και το Μουσείο παιχνιδιού στον παλιό σιδηροδρομικό σταθμό).