Στη Νότια Ελλάδα έχουν καταγραφεί τα περισσότερα κρούσματα της ιλαράς, με τα 18 από αυτά τα περιστατικά να έχουν εμφανιστεί στην Κορινθία και τα 8 στην Αργολίδα, σύμφωνα με το ΚΕΕΛΠΝΟ.
Στο νοσοκομείο «έχουν νοσηλευτεί μέχρι στιγμής 18 παιδιά. Μεγάλο ποσοστό αντιμετωπίστηκε εδώ… Ορισμένα που παρουσίαζαν κάποιες επιπλοκές μεταφέρθηκαν σε νοσοκομεία των Αθηνών» είπε στο KorinthosTV ο διευθυντής ιατρικής υπηρεσίας του νοσοκομείου Κορίνθου.
Αφορά, σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΚΕΕΛΠΝΟ, κυρίως, μικρά παιδιά από κοινότητες Ρομά, καθώς και άτομα 25-44 ετών από το γενικό πληθυσμό που είναι επίνοσα στην ιλαρά, μεταξύ των οποίων και επαγγελματίες υγείας που ήταν ανεμβολίαστοι ή ατελώς εμβολιασμένοι.
Αναμένεται η εργαστηριακή επιβεβαίωση και άλλων κρουσμάτων το ερχόμενο διάστημα και δεν μπορεί να αποκλειστεί η αύξηση των κρουσμάτων και η επέκτασή τους και σε άλλες γεωγραφικές περιοχές. Στη χώρα μας δεν έχει καταγραφεί κανένας θάνατος.
Η επιδημιολογική επιτήρηση της νόσου και η έγκαιρη εφαρμογή προληπτικών μέτρων (εμβολιασμός) αποτελούν τα πλέον ενδεδειγμένα μέτρα για τον έλεγχο της νόσου».
Τι είναι η ιλαρά και πώς μεταδίδεται
Η ιλαρά είναι ιογενής λοίμωξη και διακρίνονται 3 στάδια τησ νόσου: το πρόδρομο (καταρροϊκό), το εξανθηματικό και το στάδιο της αποδρομής.
Ο χρόνος επώασης είναι 7-21 ημέρες (συνήθως 10 – 12 ημέρες από την έκθεση ως το πρόδρομο στάδιο και 14 ημέρες από την έκθεση ως την εμφάνιση του εξανθήματος).
Η ιλαρά μεταδίδεται από άτομο σε άτομο αερογενός, με σταγονίδια και με άμεση επαφή με ρινικές ή φαρυγγικές εκκρίσεις ασθενών.
Σπανιότερα, μεταδίδεται μέσω αντικειμένων προσφάτως μολυνθέντων με ρινοφαρυγγικές εκκρίσεις. Ο ιός της ιλαράς μπορεί να παραμείνει σε μολυσμένες επιφάνειες και στον περιβάλλοντα χώρο (με σταγονίδια) >2 ώρες μετά την αποχώρηση του ασθενούς.
Η ιλαρά παρουσιάζει πολύ υψηλή μεταδοτικότητα με ποσοστό δευτερογενούς προσβολής έως 90% μεταξύ επίνοσων ατόμων (π.χ. ατόμων που δεν έχουν ανοσοποιηθεί). Η μετάδοση γίνεται 4 ημέρες πριν την έκθεση του εξανθήματος ως 4 ημέρες μετά.
Τα κρούσματα ιλαράς εμφανίζονται συνήθως στο τέλος του χειμώνα και στις αρχές της Άνοιξης και η νόσος είναι πιο σοβαρή σε βρέφη και ενήλικες κυρίως λόγω επιπλοκών.