Παρασκευή, 27 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΑΡΓΟΛΙΔΑΕΠΙΔΑΥΡΟΣ"Βάκχες" στην Επίδαυρο (14-15/7 )- Η λογική κονταροχτυπιέται με το παράλογο

“Βάκχες” στην Επίδαυρο (14-15/7 )- Η λογική κονταροχτυπιέται με το παράλογο

Τις «Βάκχες», μια από τις συγκλονιστικότερες τραγωδίες του Ευριπίδη, ανεβάζει στην Επίδαυρο (14-15/7 ) ένας διαρκώς εξελισσόμενος σκηνοθέτης, ο Έκτορας Λυγίζος. Η παράσταση, στη (μόλις ) μιάμισης ώρας διάρκειά της, ερευνά τη σύγκρουση ανάμεσα στην ατομικότητα του ήρωα και την πολυφωνικότητα του Χορού. Σημαντικό ατού είναι ο θίασος ικανότατων πρωταγωνιστών: Ανθή Ευστρατιάδου, Βασίλης Μαγουλιώτης, Άρης Μπαλής, Αργύρης Πανταζάρας, Ανέζα Παπαδοπούλου, Μαρία Πρωτόπαππα, Χρήστος Στέργιογλου

Η λογική κονταροχτυπιέται με το παράλογο και η ιερή μανία, η μέθη της διονυσιακής λατρείας φτάνει στο απόγειό της σ’ αυτή την τραγωδία, που γράφτηκε το 405 π.Χ., όταν ο Ευριπίδης βρισκόταν, σε μεγάλη ηλικία πια, αυτοεξόριστος στη Μακεδονία, και ερμηνεύτηκε μετά το θάνατο του. Ο βασιλιάς της Θάβας Πενθέας θέλει να εμποδίσει την εισαγωγή της λατρείας του Διονύσου στην πόλη του και κατασπαράζεται από τις ακόλουθες του θεού, τις Βάκχες. Το απολύτως τραγικό είναι ότι αυτή που τις οδηγεί είναι η ίδια η μητέρα του, η Αγαύη, με τις αδελφές της.

Ο Διόνυσος είναι ο θεός των αντιθέσεων, της υπέρτατης έξαρσης και πουθενά αλλού δεν έχει απεικονιστεί τόσο δυνατά η εκστατική λατρεία του. Οι «Βάκχες» είναι ίσως είναι το πιο σημαντικό και το πιο δυσπρόσιτο έργο του Ευριπίδη και άπειρες φιλολογικές μελέτες και ερμηνευτικές προσεγγίσεις έχουν επιχειρήσει να διεισδύσουν στο βαθύτερο νόημά του. Τι θέλει να μας πει το έργο των γηρατειών του μεγάλου ρεαλιστή της αρχαιότητας; Ότι η ύβρις απέναντι σε κάτι ιερό μπορεί να καταστρέψει ό,τι έφτιαξε ο άνθρωπος, ότι η απελευθέρωση των ενστίκτων οδηγεί στην παράκρουση; Κι εμείς, τι πρέπει να σκεφτούμε βλέποντας την τραγωδία; Πως η μαζική υστερία μοιάζει με τη βακχική μανία;

Ο Έκτορας Λυγίζος είναι ένας εξαιρετικά ανήσυχος δημιουργός τον οποίο το θέατρο «έκλεψε» από τον κινηματογράφο. Ασχολείται με τις «Βάκχες» από το 2013, όταν παρουσίασε στο Θέατρο του Νέου Κόσμου μια ερευνητική εκδοχή τους για το τι μπορεί να σημαίνει διονυσιασμός, πίστη, λατρεία και λαϊκή σοφία σήμερα και ανέθεσε σε τρεις άνδρες ηθοποιούς όλους τους ρόλους. Σε καμία από τις παραστάσεις του Λυγίζου η εκκεντρική θεατρικότητα δεν είναι ο στόχος. Έχοντας δει τις «Χοηφόρους» (2012 ), την πρώτη εκδοχή των «Βακχών» και τον «Προμηθέα Δεσμώτη» (2014 ), ξέρουμε πια ότι η προσέγγισή του στο αρχαίο δράμα συνοδεύεται από μια εσωτερική αναζήτηση που αφορά το μοίρασμα της εμπειρίας που βιώνουν οι ηθοποιοί με το κοινό.

«Ήθελα πολύ να ξαναδούλεψω το υλικό των “Βακχων” με ηθοποιούς πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους», μας λέει ο σκηνοθέτης, «που κουβαλάνε διαφορετικές τεχνικές, συστήματα και εμπειρίες. Υπό μια έννοια η παράσταση είναι η προσπάθειά τους να συνεννοηθούν και να συνυπάρξουν δημιουργικά επί σκηνής· και ο τρόπος που τα υλικά και οι τεχνικές τους ζυμώθηκαν παράγοντας ένα κοινό σύστημα παιχνιδιού. Και μάλιστα σε ένα έργο σαν τις “Βάκχες” που ένας βασικός του άξονας είναι το πώς μια συμπαγής, περίκλειστη περσόνα (ο Πενθέας ) σπαράσσεται στα χέρια ενός μανιασμένου πλήθους».

Κέντρο της μελέτης του είναι ο Πενθέας ως δραματικό πρόσωπο αλλά και ως κατάσταση. «Είναι αυτός που σε μια ομάδα είναι επιφορτισμένος να υπερασπίζεται με νύχια και δόντια τον κανόνα και την τάξη. Είναι πρόσωπο τραγικό αλλά και πολύ αστείο. Γιατί όσο θέλει να διατηρήσει τον έλεγχο της κατάστασης, άλλο τόσο λαχταράει να παραδώσει τις άμυνες του και να παρασυρθεί. Μοιάζει κάπως με τον ίδιο τον θεατή ενός δρώμενου που ένα κομμάτι του κάθεται ασφαλές στο σκοτάδι μακριά από την εστία της δράσης, ενώ ένα άλλο μεταφέρεται φαντασιακά στο επίκεντρο της ιστορίας και σπαράσσεται μαζί με τους ήρωες».

Η παράσταση είναι επίσης μια μελέτη του αρχαίου θεάτρου. Ο σκηνοθέτης, που πειραματίζεται διαρκώς με έργα, ύφη και φόρμες, παίζει παράλληλα στην παράσταση δείχνοντας ακόμη πιο ξεκάθαρα πόσο βασίζεται στη συλλογικότητα του θιάσου, της Ανθής Ευστρατιάδου, του Βασίλη Μαγουλιώτη, του Άρη Μπαλή, του Αργύρη Πανταζάρα, της Ανέζας Παπαδοπούλου, της Μαρίας Πρωτόπαππα, του Χρήστου Στέργιογλου. Ακολουθεί την πλοκή του έργου, χωρίς ωστόσο να απαιτεί κάθε πρόσωπο να μείνει πιστό σ’ ένα χαρακτήρα. Ο καθένας τους μπορεί να μπει σε κάποιον άλλο ρόλο ή στο Χορό που παρακολουθεί την ιστορία.

 

 

 

Πηγή: athinorama.gr

 

 

 

 

ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ

ΡΟΗ