Ειδικότερα την ανακοίνωση που ακολουθεί υπογράφουν ο Πανελλήνιος Σύλλογος Λογοπεδικών – Λογοθεραπευτών (ΠΣΛ), ο Σύλλογος Επιστημόνων Λογοπαθολόγων – Ειδικών Παιδαγωγών (ΣΕΛΛΕ), ο Πανελλήνιος Σύλλογος Λογοθεραπευτών – Ειδικών Παιδαγωγών, ο Επιστημονικός Σύλλογος Λογοθεραπευτών – Λογοπαιδαγωγών (ΕΣΛΛΕ), το Σωματείο Λογοθεραπευτών – Λογοπεδικών Ελλάδος (ΣΛΛΕ), το Πανελλήνιο Σωματείο Ιδιοκτητών Μονάδων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Ψυχικής Υγείας για Παιδιά, Εφήβους και Οικογένειες, η Ελληνική Ετιαρεία Νευροεξελικτικής Αγωγής (ΕΕΝΑ) και ο Πανελλήνιος Σύλλογος Εργοθεραπευτών – ΝΠΔΔ.
Αναλυτικά το κείμενο:
“Με την πρόσφατη ψήφιση του νόμου 4549/2018 άρθρο 27 (ΦΕΚ 105Α/14.6.2018) και την έκδοση σχετικής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 2284Β/15.6.2018), το Υπουργείο Υγείας και ο ΕΟΠΥΥ επιχειρούν για άλλη μία φορά να επιβάλουν στους επιστήμονες που παρέχουν Ειδικές Θεραπείες (λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, κλπ) μια έμμεση σύμβαση με επαχθείς όρους, η οποία έχει έναν και μοναδικό στόχο: την οριζόντια μείωση της δαπάνης για τα παιδιά και τους εφήβους που χρήζουν ειδικών θεραπειών.
Πλέον συγκεκριμένα και συνοπτικά: με την έκδοση ηλεκτρονικής γνωμάτευσης από παιδίατρο, παιδοψυχίατρο, νευρολόγο-ψυχίατρο κ.λπ. εκδίδεται παράρτημα της γνωμάτευσης που προσδιορίζει το προς αποζημίωση ποσό σύμφωνα με τον Κανονισμό του ΕΟΠΥΥ και το οποίο παραδίδεται στον δικαιούχο (ασφαλισμένο) προκειμένου αυτός να το καταθέσει αντί χρημάτων (υπό μορφή κουπονιού – voucher) στον μη συμβεβλημένο (!) ιδιώτη επιστήμονα που παρέχει ειδική θεραπεία. Αυτός με τη σειρά του θα το καταθέσει προς πληρωμή στον ΕΟΠΥΥ με την προβλεπόμενη διαδικασία και τις προβλεπόμενες κρατήσεις του μηχανισμού αυτόματης επιστροφής (claw back) και έκπτωσης επί του τζίρου (rebate).
Εμείς οι φορείς επαγγελματιών Ειδικής Αγωγής και τα μέλη μας, μέσω των Γενικών Συνελεύσεων που πραγματοποιήσαμε, αποφασίσαμε ότι δεν θα δεχθούμε καμία εκβιαστική έμμεση σύμβαση από τον ΕΟΠΥΥ, με όποια μορφή και εάν προταθεί. Δεν πρόκειται να δεχθούμε ως πληρωμή τα voucher του ΕΟΠΥΥ με τους επαχθείς και εν πολλοίς απροσδιόριστους όρους (πότε πληρώνονται – με ποιους όρους εξόφλησης – τι ποσό – για ποιον αριθμό θεραπειών, αφού ο νέος Κανονισμός που επίσης πρόσφατα εξεδόθη στο ΦΕΚ 2315Β/18.6.2018 αφήνει στην ουσία αρρύθμιστα τα θέματα της Ειδικής Αγωγής). Συνεχίζουμε να προσφέρουμε με συνέπεια και αξιοπρέπεια τις υπηρεσίες μας σε παιδιά και εφήβους που έχουν την ανάγκη μας και καλούμε τους γονείς, που ως ασφαλισμένοι καταβάλουν κάθε μήνα τις εισφορές τους, να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους.
Ιδού πως διαμορφώνεται η νέα κατάσταση και πώς θίγονται τα δικαιώματα των ασφαλισμένων γονέων και παιδιών:
Εχει ήδη αποφασιστεί, αυθαίρετη μείωση του προϋπολογισμού για την Ειδική Αγωγή, χωρίς να υπάρχει μια επιδημιολογική μελέτη για τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού.
Την μείωση αυτή ζητούν να επωμιστούμε εμείς, αφού με τον μηχανισμό του claw back, σε περίπτωση υπέρβασης του κλειστού προϋπολογισμού που θεωρείται δεδομένη, θα πρέπει να επιστρέψουμε αυτά που θα έχουμε λάβει παρόλο που θα αφορούν δεδουλευμένες υπηρεσίες μας.
Παρόλο που η πληρωμή μας θα γίνεται μέσω των «voucher» και μάλιστα σε άγνωστη ημερομηνία και με άγνωστους όρους εξόφλησης, οι υποχρεώσεις μας (εισφορές, φόροι, εργαζόμενοι κ.α.) θα πρέπει να πληρώνονται εμπρόθεσμα με χρήμα.
Ενισχύεται η γραφειοκρατία, καθώς μαζί με τις νέες γνωματεύσεις θα πρέπει να εκδίδονται και τα voucher, ενώ θα είναι απαραίτητο στην πλειοψηφία των περιπτώσεων οι γνωματεύσεις να ανανεώνονται κάθε 4 μήνες.
Διαταράσσονται για άλλη μια φορά τα θεραπευτικά προγράμματα χιλιάδων παιδιών, σε όλη την Ελλάδα, με πρόχειρες και εκβιαστικές αποφάσεις, χωρίς καμία απολύτως πρότερη διαβούλευση. Οι γονείς είναι εκείνοι που θα πρέπει να αναζητήσουν – και αν βρουν – άλλο θεραπευτή που θα θέλει να συμβληθεί με τον ΕΟΠΥΥ ή θα αποδεχθεί την πληρωμή του με voucher.
Καταγγέλλουμε για άλλη μια φορά την ανέξοδη δήθεν κοινωνική πολιτική, την οποία καλείται να πληρώσει ένας ολόκληρος κλάδος των ειδικών θεραπευτών του οποίου απειλείται σοβαρά η επιβίωση. Η πολιτική ηγεσία αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι δεν ενδιαφέρεται πραγματικά να συζητήσει πάνω σε λύσεις που προάγουν έναν εξαιρετικά ευαίσθητο κλάδο, προασπίζοντας έτσι τα δικαιώματα των παιδιών με ιδιαίτερες δυσκολίες. Αντ’ αυτού καταφεύγουν σε αιφνιδιαστικές και άδικες αποφάσεις, όχι μόνο για μας τους επαγγελματίες, αλλά πρωτίστως για τα παιδιά και τις οικογένειές τους.
Απευθυνόμαστε στους γονείς, σήμερα που τα κοινωνικά και ασφαλιστικά τους δικαιώματα δέχονται επίθεση και τίθενται υπό αμφισβήτηση: Εμείς βρισκόμαστε δίπλα τους, ως σύμμαχοι. Δεν κρίνεται μόνο η επιβίωση των επαγγελμάτων μας. Διακυβεύεται και η δική τους δυνατότητα να παρέχουν στα παιδιά τους την φροντίδα που έχουν ανάγκη”.